εἰσηγεῖται

εἰσηγεῖται
εἰσηγέομαι
lead in
pres ind mp 3rd sg (attic epic)
εἰσηγέομαι
lead in
pres ind mid 3rd sg (attic epic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • αντινομία — Αντίφαση η οποία εμπεριέχεται σε ένα λογικό ή μαθηματικό σύστημα, όχι εξαιτίας ενός σφάλματος που είναι δυνατόν να αρθεί αλλά ως συνέπεια του ασυμβίβαστου των αξιωμάτων και των συντακτικών κανόνων που αποτελούν τη βάση του. Η α. δηλαδή είναι… …   Dictionary of Greek

  • εισηγητικός — ή, ό (Α εἰσηγητικός, ή, όν) νεοελλ. 1. αυτός που περιέχει εισήγηση («εισηγητική έκθεση») 2. αυτός που αναφέρεται, ανήκει ή ταιριάζει στον εισηγητή ή στην εισήγηση αρχ. αυτός που εισηγείται, εισάγει («ἕκτος ἐστὶν εἰσηγητικὸς τρόπος») …   Dictionary of Greek

  • εμπειρισμός — Φιλοσοφική θεωρία που δέχεται ότι πηγή κάθε γνώσης και κριτήριο της αλήθειας είναι η εμπειρία και τα άμεσα δεδομένα της, ενώ απορρίπτει την ιδέα ότι η γνώση μπορεί να καθοριστεί με αφετηρία την ανάλυση των λογικών κατηγοριών και μόνο. Έτσι,… …   Dictionary of Greek

  • λογόδειπνον — λογόδειπνον, τὸ (Α) συμπόσιο λόγιων ανδρών («τοῡ λόγου οἰκονόμος Ἀθήναιος ἥδιστον λογόδειπνον εἰσηγεῑται», Αθήν.). [ΕΤΥΜΟΛ. < λογο * + δείπνον (πρβλ. αριστό δειπνον, ψευδό δειπνον)] …   Dictionary of Greek

  • σοφιστής — ο, ΝΑ, θηλ. σοφίστρια Α 1. (στην κλασ. αρχαιότητα) δάσκαλος με ευρεία παιδεία που συνήθως περιόδευε στον ελληνόφωνο κόσμο προσφέροντας τις γνώσεις του και διδάσκοντας έναντι αμοιβής ανώτερα μαθήματα γραμματικής, φυσικών επιστημών, ποίησης,… …   Dictionary of Greek

  • Αριστόξενος ο Ταραντίνος — (4ος αι. π.Χ.).Μουσικός και φιλόσοφος. Γεννήθηκε στον Τάραντα, αλλά έζησε και ανέπτυξε τη δράση του κυρίως στην Ελλάδα. Σε νεαρή ηλικία μυήθηκε στις πυθαγόρειες μουσικές και φιλοσοφικές διδαχές. Γύρω στο 343 π.Χ. εγκαταστάθηκε στην Πελοπόννησο.… …   Dictionary of Greek

  • Αρντιγκό, Ρομπέρτο — (Roberto Ardigο, Καστελντιντόνε, Κρεμόνα 1828 – Πάντοβα 1920). Ιταλός θετικιστής φιλόσοφος. Αρχικά μοναχός, εγκατέλειψε το μοναχικό σχήμα (1871) και δίδαξε από το 1881 φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Πάντοβα. Έγραψε διάφορα φιλοσοφικά έργα… …   Dictionary of Greek

  • Ελεατική σχολή — Αρχαία φιλοσοφική σχολή με έδρα την Ελέα, πόλη της Κάτω Ιταλίας. Ιδρυτής της θεωρείται ο Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος, ο οποίος αρνείται την ανθρωπομορφική πολλαπλότητα του θείου και εισηγείται τον μονοθεϊσμό. Κύριος εκπρόσωπος της σχολής υπήρξε ο… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Ντεκάρ, Ρενέ — (Rene Descartes, Λα E, Τουρέν 1596 – Στοκχόλμη 1650). Γάλλος φιλόσοφος και μαθηματικός. Σπούδασε έως το 1612 στο κολέγιο των ιησουιτών Λα Φλες. Από την οικογένειά του προοριζόταν για το στρατιωτικό επάγγελμα· στρατεύτηκε στην υπηρεσία του ηγεμόνα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”